Η Μαρλέν Ντίτριχ (Marie Magdalene “Marlene” Dietrich, 27 Δεκεμβρίου 1901 – 6 Μαΐου 1992) ήταν Γερμανίδα ηθοποιός του κινηματογράφου και τραγουδίστρια που κατείχε και την Γερμανική και την Αμερικανική υπηκοότητα. Καθ’όλη την μακρά καριέρα της (που κυμάνθηκε από τη δεκαετία του 1910 μέχρι τη δεκαετία του 1980) διατήρησε την φήμη της μέσω της συνεχούς ανακάλυψης του εαυτού της.
Την δεκαετία του 1920 η Ντίτριχ συμμετείχε σε θεατρικές παραστάσεις και στον βουβό κινηματογράφο. Ο ρόλος της ως Λόλα στο Γαλάζιος Άγγελος (Der blaue Engel, 1930) της χάρισε παγκόσμια φήμη και ένα συμβόλαιο με την Paramount Pictures. Η Ντίτριχ πρωταγωνίστησε σε ταινίες του Χόλυγουντ όπως το Μαρόκο (1930), Κατάσκοπος Χ-27 (1931), Σαγκάη Εξπρές (1932), Desire (1936) και Η τραγική τσαρίνα. Επένδυσε επιτυχώς στην περσόνα και στις “εξωτικές” εμφανίσεις της και έγινε από τις ακριβοπληρωμένες ηθοποιούς της εποχής της. Κατά την διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, ήταν μια υψηλού επιπέδου διασκεδάστρια στις Ηνωμένες Πολιτείες. Παρόλο που συμμετείχε κατά καιρούς σε ταινίες μετά τον πόλεμο, η Ντίτριχ πέρασε τις δεκαετίες από το 1950 μέχρι το 1970 κάνοντας περιοδεία ανά τον κόσμο ως περφόρμερ ζωντανού προγράμματος.
Η Ντίτριχ ήταν γνωστή για τις ανθρωπιστικές της ενέργειες κατά την διάρκεια του πολέμου, φιλοξενώντας Γερμανούς και Γάλλους εξόριστους, παρέχοντας οικονομική υποστήριξη και συνηγορώντας για την αμερικάνικη υπηκοότητά τους. Για το έργο της στην βελτίωση της ηθικής στην πρώτη γραμμή του πολέμου έλαβε πολλές τιμητικές διακρίσεις από τις Ηνωμένες Πολιτείες, την Γαλλία, το Βέλγιο και το Ισραήλ. Το 1999 το Αμερικανικό Ινστιτούτο Κινηματογράφου ονόμασε την Ντίτριχ ως την ένατη μεγαλύτερη σταρ του κλασικού κινηματογράφου του Χόλυγουντ.
Η Ντίτριχ γεννήθηκε στις 27 Δεκεμβρίου 1901 στο Λεβεστράσε 65 του Σένμπεργκ, τώρα συνοικία του Βερολίνου. Ήταν η μικρότερη από δυο κόρες (η αδερφή της Ελίζαμπεθ ήταν ένα χρόνο μεγαλύτερη). Η μητέρα της Βιλελμίνα Ελίζαμπεθ Τζόσεφιν (γεννημένη Φέλσινγκ) και ο πατέρας της Λούις Έριχ Όττο Ντίτριχ παντρεύτηκαν τον Δεκέμβριο του 1898. Η μητέρα της ήταν από μια εύπορη οικογένεια του Βερολίνου που διηύθυνε μια εταιρεία κατασκευής κοσμημάτων και ρολογιών. Ο πατέρας της ήταν αξιωματικός της αστυνομίας και πέθανε το 1907. Ο καλύτερος φίλος της οικογένειας, Έντουαρντ βον Λος, ένας αριστοκράτης αξιωματικός στους Γκρενάρντιερ, φλέρταρε την μητέρα της Ντίτριχ Βιλελμίνα και την παντρεύτηκε το 1916, αλλά πέθανε σύντομα μετά τον γάμο εξαιτίας τραυματισμών που απέκτησε κατά τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Ο βον Λος δεν υιοθέτησε ποτέ επίσημα τις αδερφές Ντίτριχ, επομένως το επίθετο της Ντίτριχ δεν ήταν ποτέ βον Λος, όπως έχουν ισχυριστεί ορισμένοι μελετητές.
Η οικογένεια Ντίτριχ την φώναζε με το ψευδώνυμο “Lena” και “Lene”. Περίπου στην ηλικία των 11 ετών, ένωσε τα δυο ονόματά της για να σχηματίσει το όνομα “Μαρλέν”. Η Ντίτριχ φοίτησε στο σχολείο θηλέων Auguste-Viktoria από το 1907 έως το 1917 και το 1918 αποφοίτησε από το λύκειο Victoria-Luise-Schule (σήμερα Γυμνάσιο Γκαίτε, Goethe Gymnasium Berlin-Wilmersdorf). Έκανε σπουδές στο βιολί και έδειξε ενδιαφέρον στο θέατρο και την ποίηση ως έφηβη.
Καριέρα
Πρώτα χρόνια
Οι πρώτες επαγγελματικές εμφανίσεις της στην σκηνή ήταν ως μέλος του χορού σε περιοδεία υπό τη διεύθυνση του Ρούντολφ Νέλσον στο Βερολίνο. Το 1922 η Ντίτριχ έδωσε εξετάσεις για εισαγωγή στην δραματική σχολή του θεατρικού επιχειρηματία Μαξ Ράινχαρντ στις οποίες απέτυχε. Ωστόσο, σύντομα ξεκίνησε να εργάζεται στα θέατρά του ως μέλος του χορού και σε μικρούς ρόλους σε δραματικά έργα. Αρχικά δεν έτυχε ιδιαίτερης προσοχής από τους σκηνοθέτες. Έκανε την κινηματογραφική της πρεμιέρα παίζοντας έναν ρόλο στην ταινία Ο Μικρός Ναπολέοντας (1923).
Γνώρισε τον μελλοντικό της σύζυγο Ρούντολφ Σίμπερ στα γυρίσματα της ταινίας Tragödie der Liebe το 1923. Η Ντίτριχ και ο Σίμπερ παντρεύτηκαν με πολιτικό γάμο στο Βερολίνο στις 17 Μαΐου 1923. Το μοναδικό παιδί τους, η Μαρία Ελίζαμπεθ Σίμπερ, γεννήθηκε στις 13 Δεκεμβρίου 1924.
Η Ντίτριχ συνέχισε να εργάζεται στο θέατρο και στον κινηματογράφο τόσο στο Βερολίνο όσο και στην Βιέννη καθ’όλη την διάρκεια της δεκαετίας του 1920. Στο θεατρικό σανίδι είχε ρόλους ιδιαίτερης σημασίας στα Pandora’s Box του Frank Wedekind, The Taming of the Shrew και A Midsummer Night’s Dream του Ουίλιαμ Σαίξπηρ, Back to Methuselah και Misalliance του Τζορτζ Μπέρναρντ Σο. Ωστόσο στα μιούζικαλ όπως στα Broadway, Es Liegt in der Luft και Zwei Krawatten έλαβε την μεγαλύτερη προσοχή από το κοινό. Προς το τέλος της δεκαετίας του 1920, η Ντίτριχ έπαιξε ποικίλους ρόλους στο πανί, συμπεριλαμβανομένων των ρόλων στα Café Elektric (1927), Ich küsse Ihre Hand, Madame (1928), and Das Schiff der verlorenen Menschen (1929).
Αναγνώριση
Το 1929, η Ντίτριχ έλαβε τον πρωτοποριακό ρόλο της Λόλα, μιας σέξυ τραγουδίστριας του καμπαρέ, που οδήγησε στην συμπαραγωγή της ταινίας Γαλάζιος Άγγελος το 1930 μαζί με την Paramount Productions. Ο Γιόζεφ φον Στέρνμπεργκ σκηνοθέτησε την ταινία και έλαβε συγχαρητήρια επειδή “ανακάλυψε” την Ντίτριχ. Η ταινία είναι αξιοσημείωτη επειδή παρουσιάστηκε το τραγούδι κατατεθέν της Ντίτριχ “Falling in Love Again”, το οποίο είχε ηχογραφήσει για την εταιρεία Electrola. Την δεκαετία του 1930 η Ντίτριχ έκανε περαιτέρω ηχογραφήσεις του τραγουδιού για τις εταιρείες Polydor και Decca Records.
Επιτυχία στις Ηνωμένες Πολιτείες
Το 1930, μετά την διεθνή επιτυχία του Γαλάζιου Άγγελου, και με την παρότρυνση του Γιόζεφ φον Στέρνμπεργκ, ο οποίος είχε ήδη εγκατασταθεί στο Χόλυγουντ, η Ντίτριχ πήγε στις Ηνωμένες Πολιτείες μετά από το συμβόλαιο με την Paramount Pictures. Η εταιρεία αυτή απέκτησε την Ντίτριχ ως την γερμανική απάντηση στην απόκτηση της Σουηδέζας Γκρέτα Γκάρμπο από την Metro-Goldwyn-Mayer. Ο Στέρνμπεργκ την καλωσόρισε με δώρα, συμπεριλαμβανομένων μιας πράσινης Ρολς Ρόις. Το αυτοκίνητο εμφανίστηκε στην πρώτη τους αμερικανική ταινία Μαρόκο.
Η Ντίτριχ πρωταγωνίστησε σε έξι ταινίες του Στέρνμπεργκ με την Paramount από το 1930 μέχρι το 1935. Ο Στέρνμπεργκ συνεργάστηκε πετυχημένα με την Ντίτριχ προκειμένου να δημιουργηθεί η εικόνα μιας μυστηριώδους μοιραίας γυναίκας. Την ενθάρρυνε να χάσει βάρος και την εκπαίδευσε αρκετά στην υποκριτική. Πρόθυμα ακολούθησε την μερικές φορές επιθετική του συμπεριφορά, με την οποία άλλοι ηθοποιοί αντιδρούσαν.
Στο Μαρόκο (1930) η Ντίτριχ ήταν πάλι στην ομάδα των ηθοποιών ως τραγουδίστρια καμπαρέ. Η ταινία είναι περισσότερο γνωστή για την σκηνή όπου η Ντίτριχ ερμηνεύει ένα τραγούδι ντυμένη με μια ανδρική άσπρη γραβάτα και φιλάει μια άλλη γυναίκα – προκλητική σκηνή για την εποχή. Η ταινία απέσπασε μόνο μια υποψηφιότητα για Όσκαρ.
Το Μαρόκο ακολουθήθηκε από το Κατάσκοπος Χ-27 (1931), μια τεράστια επιτυχία με την Ντίτριχ να ενσαρκώνει έναν κατάσκοπο, τύπου Μάτα Χάρι. Το Σαγκάη Εξπρές (1932) ήταν η μεγαλύτερη εμπορική επιτυχία του Στέρνμπεργκ και της Ντίτριχ και έγινε η ταινία με τις μεγαλύτερες εισπράξεις για το 1932. Η Ντίτριχ και ο Στέρνμπεργκ συνεργάστηκαν ξανά στην ρομαντική ταινία Blonde Venus (1932). Η Ντίτριχ εργάστηκε χωρίς τον Στέρνμπεργκ για πρώτη φορά μετά από τρία χρόνια στο ρομαντικό δράμα Song of Songs (1933), ενσαρκώνοντας μια Γερμανίδα χωρικό,υπό την σκηνοθεσία του Ρούμπεν Μαμούλιαν. Οι δυο τελευταίες ταινίες της Ντίτριχ και του Στέρνμπεργκ The Scarlet Empress (1934) και The Devil Is a Woman (1935) ήταν οι ταινίες με τα χαμηλότερα κέρδη. Η Ντίτριχ αργότερα υπογράμμισε ότι ήταν στα καλύτερά της στην ταινία The Devil Is a Woman.
Η πρώτη ταινία της Ντίτριχ μετά το τέλος της συνεργασίας της με τον Στέρνμπεργκ ήταν η ταινία Desire (1936) του Φρανκ Μπόρτζαγκ, μια εμπορική επιτυχία που έδωσε στην Ντίτριχ μια ευκαιρία να δοκιμαστεί στην ρομαντική κωμωδία. Το επόμενο έργο της, I Loved a Soldier (1936), κατέληξε σε παταγώδη αποτυχία όταν η ταινία παρέμεινε για αρκετές εβδομάδες στο στάδιο της παραγωγής εξαιτίας σεναριακών προβλημάτων, δημιουργώντας σύγχυση και καταλήγοντας στην απόλυση του σκηνοθέτη Ερνστ Λούμπιτς.
Αναγέννηση
Το 1939, με την παρότρυνση του Γιόζεφ φον Στέρνμπεργκ, δέχτηκε την προσφορά του παραγωγού Τζόε Πάστερνακ για να παίξει ρόλους διαφορετικού ύφους στις πρώτες ταινίες της μετά από αποχή δύο ετών : τον ρόλο της καουμπόισας Φρέντσι στην κωμωδία Σαρξ και διάβολος, μαζί με τον Τζέιμς Στιούαρτ. Αυτός ήταν ένας λιγότερο καλοπληρωμένος ρόλος από εκείνους στους οποίους ήταν συνηθισμένη. Ο εν λόγω ρόλος αναγέννησε την καριέρα της και το “See What the Boys in the Back Room Will Have”, τραγούδι που εισήγαγε στην σειρά, έγινε επιτυχία όταν το ηχογράφησε για την εταιρεία Decca. Ενσάρκωσε παρόμοιους ρόλους στην ταινία Επτά Αμαρτωλοί (1940) και The Spoilers (1942), και στις δυο ταινίες μαζί με τον Τζον Γουέιν.
Ενώ η Ντίτριχ δεν απέκτησε ποτέ πλήρως την προηγούμενη τηλεοπτική της επιτυχία, συνέχισε να συμμετέχει σε κινηματογραφικές ταινίες, συμπεριλαμβανομένων διακεκριμένων σκηνοθετών όπως ο Άλφρεντ Χίτσκοκ, ο Φριτζ Λανγκ, ο Όρσον Ουέλς και ο Μπίλυ Γουάιλντερ σε ταινίες όπως Φλόγα και πάθος (1948), Πονεμένο Ρομάντζο (1950), Rancho Notorious (1952), Μάρτυρας Κατηγορίας (1957) και Τα απόρρητα της Νυρεμβέργης.
Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος
Η Ντίτριχ ήταν γνωστή για τις ισχυρές πολιτικές πεποιθήσεις της και την ικανότητά της να τις μεταδίδει. Σε συνεντεύξεις, η Ντίτριχ δήλωνε ότι εκπρόσωποι του ναζιστικού κόμματος την είχαν πλησιάσει για να επιστρέψει στην Γερμανία αλλά ότι είχε απορρίψει την πρότασή τους. Στα τέλη της δεκαετίας του 1930, η Ντίτριχ δημιούργησε ένα φιλανθρωπικό οργανισμό μαζί με τον Μπίλυ Γουάιλντερ και αρκετούς άλλους Γερμανούς προκειμένου να βοηθήσουν τους Ιησουίτες να διαφύγουν από την Γερμανία. Το 1937 ο μισθός της από την ταινία Knight Without Armor ($450,000) διατέθηκε προς βοήθεια των προσφύγων. Το 1939 έγινε αμερικανίδα υπήκοος και απαρνήθηκε την γερμανική της υπηκοότητα. Τον Δεκέμβριο του 1941, οι Ηνωμένες Πολιτείες εισήχθησαν στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο και η Ντίτριχ έγινε μια από τις πρώτες διασημότητες που βοήθησαν στην πώληση πολεμικών ομολόγων. Έκανε περιοδεία στις Ηνωμένες Πολιτείες από τον Ιανουάριο του 1942 μέχρι τον Σεπτέμβριο του 1943 και αναφέρεται ότι πούλησε περισσότερα ομόλογα από κάθε άλλο κινηματογραφικό αστέρα.
Κατά την διάρκεια δυο περιοδειών της στις Ηνωμένες Πολιτείες το 1944 και το 1945, έκανε παραστάσεις για τα συμμαχικά στρατεύματα στην Αλγερία, την Ιταλία, το Ηνωμένο Βασίλειο και την Γαλλία και έπειτα εμφανίστηκε στην Γερμανία με τους στρατηγούς Τζέιμς Γκέβιν και Τζορτζ Πάττον. Όταν ρωτήθηκε γιατί το είχε κάνει αυτό, εκτός από τον προφανή κίνδυνο ότι βρισκόταν ελάχιστα μόλις χιλιόμετρα από τα γερμανικά σύνορα, απάντησε “aus Anstand“—”από ευπρέπεια”. Ο Γουάιλντερ αργότερα παρατήρησε ότι η ίδια βρέθηκε στην πρώτη γραμμή περισσότερο καιρό από τον Αιζενχάουερ. Η παράστασή της, με τον Ντάνυ Τόμας ως εναρκτήριο σόου, περιλάμβανε τραγούδια από τις ταινίες της, παραστάσεις από τα μουσικά της σόου (μια ικανότητα που είχε αρχικά αποκτήσει από τις σκηνικές της εμφανίσεις στο Βερολίνο την δεκαετία του 1920) και ένα νούμερο, το οποίο της το είχε διδάξει ο Όρσον Γουέλς, στενός φιλός της. Η Ντίτριχ είχε ενημερώσει το κοινό ότι μπορούσε να διαβάσει την σκέψη και τους είχε ζητήσει να επικεντρωθούν σε αυτό που σκέφτονταν. Στη συνέχεια πήγε μπροστά σε έναν στρατιώτη και του είπε ειλικρινά : “Λοιπόν, σκεφτείτε κάτι άλλο, δεν μπορώ να μιλήσω για αυτό!” Η αμερικανική εκκλησία δημοσίευσε έγγραφα που αντιτάσσονταν σε αυτό το νούμερο του σόου της Ντίτριχ.
Το 1944 το υποκατάστημα Morals Operations του Γραφείου Στρατηγικών Υπηρεσιών ξεκίνησε το πρόγραμμα Musak, που περιλάμβανε μουσικές εκπομπές οι οποίες αποσκοπούσαν στην αποδυνάμωση των εχθρικών στρατιωτών. Η Ντίτριχ, η μοναδική καλλιτέχνης που γνώριζε ότι οι ηχογραφήσεις της θα ήταν για χρήση από το Γραφείο Στρατηγικών Υπηρεσιών, ηχογράφησε αρκετά τραγούδια στην γερμανική γλώσσα για τον σκοπό αυτό, συμπεριλαμβανομένου του τραγουδιού “Lili Marleen”. Ο στρατηγός Ουίλιαμ Ντόνοβαν, επικεφαλής του Γραφείου Στρατηγικών Υπηρεσιών, έγραψε στην Ντίτριχ : “Είμαι βαθιά ευγνώμων για την γενναιοδωρία σας στην παραγωγή αυτών των ηχογραφήσεων για εμάς”.
Με το τέλος του πολέμου στην Ευρώπη, η Ντίτριχ επανενώθηκε με την αδερφή της Ελίζαμπεθ καθώς και με τον σύζυγο και το παιδί της τελευταίας. Κατοικούσαν στην γερμανική πόλη του Μπέλσεν καθ’όλη την διάρκεια του πολέμου, πραγματοποιώντας κινηματογραφικές προβολές στις οποίες σύχναζαν οι ναζί αξιωματικοί και οι αξιωματούχοι που επέβλεπαν τα στρατόπεδα συγκέντρωσης. Η μητέρα της Ντίτριχ παρέμεινε στο Βερολίνο κατά την διάρκεια του πολέμου ; ο σύζυγός της μετακόμισε σε ένα ράντσο στην κοιλάδα Σαν Φερνάντο της Καλιφόρνια. Η Ντίτριχ φρόντισε την αδερφή της και τον σύζυγο της αδερφής της, στους οποίους προσέφερε καταφύγιο εξαιτίας μιας πιθανής δίωξής τους ως συνεργατών των ναζί. Η Ντίτριχ αργότερα δεν ανέφερε πουθενά την ύπαρξη της αδερφής της και του ανιψιού της, αποκηρύσσοντάς τους πλήρως και ισχυριζόμενη ότι υπήρξε μοναχοπαίδι.
Η Ντίτριχ έλαβε το Μετάλλιο της Ελευθερίας τον Νοέμβριο του 1947. Η ίδια δήλωσε ότι αυτό ήταν το μεγαλύτερο επίτευγμά της. Της απονεμήθηκε επίσης το Τάγμα του Φοίνικα από την γαλλική κυβέρνηση για το έργο της κατά τον πόλεμο.
Ακίνητη περιουσία
Στις 24 Οκτωβρίου 1993 το μεγαλύτερο μέρος της ακίνητης περιουσίας της Ντίτριχ πουλήθηκε στο Stiftung Deutsche Kinemathek – εφόσον οι οργανισμοί των Ηνωμένων Πολιτειών δεν έδειξαν ενδιαφέρον – που έγινε ο πυρήνας της έκθεσης του Μουσείου Κινηματογράφου του Βερολίνου. Η συλλογή περιλαμβάνει : πάνω από 3,000 είδη υφασμάτων από την δεκαετία του 1920 έως την δεκαετία του 1990, συμπεριλαμβανομένων των κουστουμιών από ταινίες και σκηνικά καθώς και πάνω από χίλια αντικείμενα από την προσωπική συλλογή της Ντίτριχ ; 15,000 φωτογραφίες από τους Σέσιλ Μπήτον, Χορστ Π. Χορστ, Τζορτζ Χάρελ, Λόρντ Σνόουντον και Έντουαρντ Στάϊχεν ; 300,000 σελίδες από έγγραφα, συμπεριλαμβανομένων της αλληλογραφίας με τον Μπερτ Μπάκαραχ, τον Γιουλ Μπρύνερ, τον Μωρίς Σεβαλιέ, τον Νόελ Κάουαρντ, τον Ζαν Γκαμπέν, τον Έρνεστ Χέμινγουεϊ, τον Καρλ Λάγκερφελντ, την Νάνσυ και τον Ρόναλντ Ρήγκαν, τον Έριχ Μαρία Ρεμάρκε, τον Γιόσεφ βον Στέρνμπερν, τον Όρσον Ουέλς και τον Μπίλυ Ουάιλντερ ; καθώς επίσης και άλλα κομμάτια όπως αφίσες ταινιών και ακουστικές ηχογραφήσεις.
Το περιεχόμενο του διαμερίσματος της Ντίτριχ στο Μανχάταν, μαζί με άλλα προσωπικά της αντικείμενα όπως χρυσαφικά και ρούχα, πουλήθηκαν σε μια δημόσια δημοπρασία στο Λος Άντζελες την 1η Νοεμβρίου 1997. Το πρώτο της διαμέρισμα, που βρίσκεται στην οδό Παρκ Άβενιου 993, πουλήθηκε για $615,000 το 1998.
Προσωπική ζωή
Οι ομοφυλοφιλικές της τάσεις έγιναν γνωστές αφού εγκατέλειψε την κινηματογραφική της σταδιοδρομία σε προχωρημένη πλέον ηλικία. Το Αμερικανικό Ινστιτούτο Κινηματογράφου την έχει κατατάξει ένατη στη λίστα με τις 25 μεγαλύτερες σταρ όλων των εποχών.