Τε. Οκτ 30th, 2024

Η Τζορτζ Έλιοτ (George Eliot), γεννηθείσα Μαίρη Ανν Έβανς (Mary Ann Evans, 22 Νοεμβρίου 1819 – 22 Δεκεμβρίου 1880), ήταν Αγγλίδα μυθιστοριογράφος. Ήταν μία από τις κορυφαίες συγγραφείς της Βικτωριανής εποχής. Τα μυθιστορήματά της, που συνήθως αφηγούνταν τη ζωή στην επαρχιακή Αγγλία, είναι γνωστά για τον ρεαλισμό και την ψυχολογική οξυδέρκειά τους.

Χρησιμοποιούσε ανδρικό λογοτεχνικό ψευδώνυμο, γιατί, όπως είχε πει, ήθελε να είναι σίγουρη ότι θα πάρουν στα σοβαρά τα έργα της. Οι γυναίκες συγγραφείς ήταν ελεύθερες να δημοσιεύουν τα έργα τους με το δικό τους όνομα, αλλά η Έλιοτ ήθελε να εξασφαλίσει ότι δεν θα θεωρούνταν απλά μία συγγραφέας ρομάντζων. Ένας ακόμη λόγος εικάζεται ότι μπορεί να ήταν η επιθυμία της να προστατεύσει την προσωπική της ζωή και να εμποδίσει τη δημιουργία σκανδάλου σχετικά με την σχέση της με τον παντρεμένο φιλόσοφο και λογοτεχνικό κριτικό Τζορτζ Χένρυ Λούις.

Η Τζορτζ Έλιοτ, περί το 1865.

Η Μαίρυ Ανν (ή ΜάριανΈβανς γεννήθηκε στο Νανήταν του Ουόρικσιρ και ήταν η μικρότερη κόρη του Ρόμπερτ Έβανς και της Κριστιάνα Πήρσον. Ο πατέρας της ήταν διαχειριστής του κτήματος του Μεγάρου Άρμπερυ στο Ουόρικσιρ. Τα αδέλφια της ήταν η Κριστιάνα “Κρίσσυ” (1814-59), ο Άιζακ (1816-1890) και δύο δίδυμοι αδελφοί που πέθαναν λίγες μέρες μετά τη γέννησή τους τον Μάρτιου του 1821. Είχε ακόμη δύο ετεροθαλή αδέλφια από τον προηγούμενο γάμο του πατέρα της με την Χάρριετ Πόυντον: τον Ρόμπερτ Έβανς (1802-64) και τη Φράνσες “Φάννυ” Έβανς Χάουτον (1805-82).

Κατά την παιδική της ηλικία ήταν πολύ δεμένη με τον αδερφό της Άιζακ, και η σχέση τους αυτή αντικατοπτρίζεται στη σχέση της Μάγκι Τάλλιβερ και του αδερφού της Τομ στο μυθιστόρημά της The Mill on the Floss (1860). Όταν ήταν ακόμη παιδί, ήταν πολύ έξυπνη και είχε πρόσβαση στη βιβλιοθήκη του Μεγάρου Άρμπερυ, αλλά ήταν σχετικά αποκομμένη από πολιτισμικές δραστηριότητες.

Το 1836 η μητέρα της πέθανε και η Μαίρυ Ανν έγινε οικονόμος του σπιτιού, ενώ παράλληλα συνέχιζε τις σπουδές της και μάθαινε γερμανικά και ιταλικά. Όταν ήταν 21 ετών, ο αδερφός της παντρεύτηκε και η ίδια με τον πατέρα της μετακόμισαν στο Κόβεντρυ. Σε αυτό το νέο, πιο προοδευτικό περιβάλλον, οι πνευματικοί ορίζοντες της Έβανς διευρύνθηκαν. Γνώρισε τους προοδευτικούς διανοούμενους Τσαρλς και Κάρολαϊν Μπρέυ και άρχισε να συναναστρέφεται ανθρώπους με ριζοσπαστικές πολιτικές και θρησκευτικές απόψεις, ανάμεσα στους οποίους και οι Χέρμπερτ Σπένσερ, Χάρριετ Μάρτινω και Ραλφ Ουώλντο Έμερσον. Αυτές οι συναναστροφές αλλά και οι δικές της θεολογικές μελέτες την οδήγησαν σε αμφισβήτηση των θρησκευτικών της πεποιθήσεων, γεγονός που είχε ως αποτέλεσμα τον κλονισμό της σχέσης της με τον πατέρα της. Ωστόσο, εξακολούθησε να μένει μαζί του ως οικονόμος του, και συμβιβάστηκε με το να πηγαίνουν έστω και τυπικά, μαζί στην εκκλησία.

Αυτή η ενασχόλησή της με θεολογικά ζητήματα είχε ως αποτέλεσμα την έκδοση του πρώτου της βιβλίου, το 1846, που ήταν μια μετάφραση του έργου του Γερμανού Ντάβιντ Φ. Στράους, Life of Jesus. Η μετάφραση αυτή ήταν το μόνο έργο της που έφερε το πραγματικό της όνομα.

Μετά το θάνατο του πατέρα της το 1849, ταξίδεψε με τους Μπρέυ στην Ελβετία, και επιστρέφοντας στην Αγγλία, εγκαταστάθηκε στο Λονδίνο, στο σπίτι του εκδότη Τζον Τσάπμαν, ο οποίος είχε πρόσφατα αγοράσει την εφημερίδα Westminster Review, γνωστή για τις αριστερές της θέσεις, στην οποία είχε υπάρξει συντάκτης και ο Τζον Στιούαρτ Μιλλ. Η Έβανς ανέλαβε τη θέση του βοηθού συντάκτη και δημοσίευσε και αρκετά δοκίμια και κριτικές της, συμπεριλαμβανομένου και του Margaret Fuller and Mary Wollstonecraft.

To 1851 γνώρισε τον Τζορτζ Χένρυ Λούις, κριτικό λογοτεχνίας και φιλόσοφο, με τον οποίο άρχισε να συζεί το 1854. Ο Λούις ήταν παντρεμένος με την Άγκνες Τζέρβις και είχαν τρία παιδιά, όμως είχαν αποφασίσει να έχουν ανοιχτό γάμο, και η Τζέρβις είχε κάνει και άλλα παιδιά με τον εκδότη της Daily Telegraph, Θόρντον Λη Χαντ. Παρόλα αυτά, ο Λούις δεν κατάφερε να πάρει διαζύγιο, και η απόφαση της Έβανς να ζήσει μαζί του ως ερωμένη του ήταν αρκετά επίπονη, και οδήγησε στη διάλυση αρκετών κοινωνικών και οικογενειακών δεσμών της, και κυρίως στην αποξένωσή της από τον αδερφό της Άιζακ, ο οποίος δεν της ξαναμίλησε ποτέ.

Το 1854 ταξίδεψε με τον Λούις στη Βαϊμάρη και στο Βερολίνο για ερευνητικούς σκοπούς. Τον ίδιο χρόνο δημοσιεύτηκε άλλη μία μετάφρασή της από τα γερμανικά, το Essence of Christianity του Λούντβιχ Φόιερμπαχ. Όταν επέστρεψαν από τη Γερμανία, απείχαν από τη λογοτεχνική κοινότητα του Λονδίνου, λόγω του σκανδάλου της σχέσης τους και της δυσκολίας της βικτωριανής κοινωνίας να την αποδεχθεί. Μετά το ταξίδι τους στη Γερμανία θεωρούσαν ότι ήταν ουσιαστικά παντρεμένοι. Η Έβανς αποκαλούσε τον Λούις σύζυγό της, υπέγραφε ως Μαίρυ Ανν Έβανς Λούις και υιοθέτησε επίσημα το όνομα αυτό μετά το θάνατό του.

Ο Λούις την ενθάρρυνε να ασχοληθεί συστηματικά με την λογοτεχνία, και το 1857 άρχισε να δημοσιεύεται τμηματικά το Scenes of Clerical Life. Το ψευδώνυμο Τζορτζ Έλιοτ δημιούργησε την εντύπωση πως επρόκειτο για άνδρα συγγραφέα. Το 1859 ακολούθησε το μυθιστόρημα Άνταμ Μπηντ (Adam Bede), που έγινε αμέσως ιδιαίτερα δημοφιλές, και το ενδιαφέρον του αναγνωστικού κοινού για την ταυτότητα του συγγραφέα εντάθηκε. Εντέλει, η Έλιοτ αποκάλυψε πως αυτή ήταν η συγγραφέας, και παρόλο που πολλοί από τους θαυμαστές της σοκαρίστηκαν από την προσωπική της ζωή, αυτό δεν επηρέασε τελικά τη δημοτικότητά της ως συγγραφέα.

Τις δεκαετίες 1860 και 1870 η Τζορτζ Έλιοτ έγραψε άλλα επτά μυθιστορήματα, τα περισσότερα από τα οποία είχαν εξίσου μεγάλη επιτυχία με το Άνταμ Μπηντ, όπως τα Σάιλας Μάρνερ (Silas Marner, 1861), Ρόμολα (Romola, 1863), και Φήλιξ Χολτ, ο Ριζοσπάστης (Felix Holt, the Radical, 1866). Η Βιρτζίνια Γουλφ είπε για το Μίντλμαρτς (Middlemarch, 1871-72) ότι “είναι ένα από τα λίγα αγγλικά μυθιστορήματα που έχουν γραφτεί για ώριμους ανθρώπους“.

Το τελευταίο της μυθιστόρημα Ντάνιελ Ντερόντα (Daniel Deronda) εκδόθηκε το 1876. Δύο χρόνια μετά ο Τζορτζ Λούις πέθανε και η Έλιοτ πέρασε τα επόμενα δύο χρόνια επεξεργαζόμενη το τελευταίο του βιβλίο Life and Mind.

Το 1880 παντρεύτηκε τον Τζον Ουώλτερ Κρος που της είχε συμπαρασταθεί κατά την περίοδο πένθους της και άλλαξε πάλι το όνομά της, αυτή τη φορά σε Μαίρυ Ανν Κρος. Παρά τη διαφορά ηλικίας (ο Κρος ήταν 20 χρόνια μικρότερός της), το γεγονός έφερε την επανασύνδεση με τον αδελφό της. Ενώ βρίσκονταν στο ταξίδι του μέλιτος στη Βενετία ο Κρος προσπάθησε να αυτοκτονήσει στο Μεγάλο Κανάλι αλλά επέζησε και οι νεόνυμφοι επέστρεψαν στην Αγγλία. Μετακόμισαν στο Τσέλσι αλλά η Έλιοτ προσβλήθηκε από λαρυγγική μόλυνση ενώ ήδη ταλαιπωρούνταν εδώ και χρόνια από νεφροπάθεια. Πέθανε στις 22 Δεκεμβρίου 1880 σε ηλικία 61 ετών.

Τα μυθιστορήματα της Έλιοτ είναι επηρεασμένα από το έργο της Τζέην Ώστεν, ως προς το ενδιαφέρον για τη ζωή στην επαρχία και τη σάτιρα των ανθρώπινων κινήτρων. Όμως, η Έλιοτ εξετάζει τα θέματα αυτά υπό φιλοσοφικό και ψυχολογικό πρίσμα, που διαφέρει από την οπτική γωνία της Ώστεν. Το έργο της Έλιοτ συνδυάζει τον εκτενή φιλοσοφικό διαλογισμό με την λεπτομερή ανάλυση των κινήτρων και των συναισθημάτων των χαρακτήρων της. Όπως παρατήρησε και ο Όσκαρ Ουάιλντ το 1897, η Έλιοτ “είναι η ενσάρκωση της φιλοσοφίας στη μυθιστοριογραφία“.

Έργα

Πεζογραφία
  • Scenes of Clerical Life (Σκηνές του βίου των κληρικών, 1858), τρεις νουβέλες
  • The Sad Fortunes of the Rev. Amos Barton (Οι κακοτυχίες του αιδεσιμότατου Έιμος Μπάρτον)
—μτφ. Καίτη Οικονόμου (εκδ.”Το Ποντίκι”, 2006)
  • Mr Gilfil’s Love Story (Η ερωτική ιστορία του κ. Γκίλφιλ)
—μτφ. Α.Π. Κουρτίδης με τον τίτλο “Πριν προφθάση ν’ ανθήση” (εκδ. “Ελευθερουδάκης”, 1930)
  • Janet’s repentance (Η μετάνοια της Τζάνετ)
  • The Lifted Veil (Ο ανασηκωμένος πέπλος, 1859), νουβέλα
—μτφ. Αργυρώ Μαντόγλου (εκδ. “Πατάκης”, 1997)
—μτφ. Αλίνα Πασχαλίδη (εκδ. “Εστία”, 1998)
—μτφ. Γιώργος Μπαρουξής (εκδ. “Το Ποντίκι”, 2007)
  • Adam Bede, 1859, μυθιστόρημα
  • The Mill on the Floss (Ο μύλος στον Φλος, 1860), μυθιστόρημα
—μτφ. Ανδρέας Σπυρόπουλος (εκδ. “Μαγκανιάς”, χ.χ.)
—μτφ. Έλλη Φιλοκύπρου (εκδ. “Σύγχρονη Εποχή”, 1988)
  • Silas Marner, 1861, μυθιστόρημα
—μτφ. Γιάννης Σπανδωνής (εκδ. “Οδυσσέας”, 1980)
—μτφ. Γρηγόρης Κονδύλης (εκδ. “Μαΐστρος”, 2007)
  • Romola, 1863, μυθιστόρημα
  • Brother Jacob 1864 διήγημα
  • Felix Holt, the Radical, 1866, μυθιστόρημα
  • Middlemarch (Μίντλμαρτς, 1871-72), μυθιστόρημα
—μτφ. Εύη Γεωργούλη (εκδ. “Ίνδικτος”, 2006)
—μτφ. Κλεοπάτρα Λεονταρίτου (εκδ. “Κατάρτι”, 2007)
  • Daniel Deronda, 1876, μυθιστόρημα
  • Impressions of Theophrastus Such 1879, πεζογράφημα υπό μορφήν δοκιμίων
Ποίηση
  • The Spanish Gypsy, 1868
  • Agatha, 1869
  • Armgart, 1871
  • Stradivarius, 1873
  • Arion, 1874
  • The Legend of Jubal, 1874
  • A Minor Prophet, 1874
  • A College Breakfast Party, 1879
  • The Death of Moses, 1879

Βιβλιογραφία

  • Gordon S. Haight, George Eliot: A Biography, Oxford, Oxford University Press, 1968.
  • Haight, Gordon S., ed., George Eliot: Letters, New Haven, Connecticut, Yale University Press, 1954.
  • Beer, Gillian, Darwin’s Plots: Evolutionary Narrative in Darwin, George Eliot and Nineteenth-Century Fiction, London, Routledge & Kegan Paul, 1983.
  • Jay, Elisabeth, The Religion of the Heart: Anglican Evangelicalism and the Nineteenth-Century Novel, Oxford, Oxford University Press, 1979.
  • Pinney, Thomas, ed., Essays of George Eliot, London, Routledge & Kegan Paul, 1963.
  • Shuttleworth, Sally, George Eliot and Nineteenth-Century Science: The Make-Believe of a Beginning, Cambridge, Cambridge University Press, 1984.
  • David Daiches, George Eliot: Middlemarch, London, Edward Arnold, 1963.
  • Dentith, Simon, George Eliot, Brighton, Harvester, 1986.
  • Swinden, Patrick, eel., George Eliot: Middlemarch, London, Macmillan, 1972.
  • The Norton Anthology of English Literature, Sixth Edition, Volume 2, ISBN 0-393-96290-3

Απόgynaikes

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *